
ΠΕΡΙ ΑΝΑΜΟΝΗΣ …
Αφουγκράζομαι τις ανάγκες μου
Δίνω χρόνο στον εαυτό μου να εξελιχθεί
(Υπενθύμιση τόσο για μένα ως ψυχοθεραπεύτρια που ανυπομονεί να ανακουφίσει όσο και για τον θεραπευόμενο που εστιάζει στην βιαστική απαλλαγή από το σύμπτωμα, μη δίνοντας στον εαυτό του τον απαραίτητο χρόνο ν’ αναδομήσει τις βαθύτερες δυσλειτουργικές πεποιθήσεις, ώστε να καταφέρει να απαλλαγεί ουσιαστικά από ό,τι εμποδίζει τα ελεύθερα πετάγματά του)
“Θυμήθηκα κάποιο πρωί,
που είχα πετύχει σ’ένα πεύκο
ένα κουκούλι πεταλούδας,
τη στιγμή που έσκαζε το τσόφλι
κι ετοιμάζουνταν η μέσα ψυχή να προβάλει.
Περίμενα, αργούσε κι εγώ βιαζόμουν.
Έσκυψα τότε απάνω της κι άρχισα
να τη ζεσταίνω με την ανάσα μου.
Τη ζέσταινα ανυπόμονα, και το θάμα
άρχισε να ξετυλίγεται μπροστά μου,
με γοργό ρυθμό. Το τσόφλι άνοιξε όλο,
η πεταλούδα πρόβαλε.

Μα ποτέ δε θα ξεχάσω τη φρίκη μου, τα φτερά της έμεναν σγουρά, αξεδίπλωτα όλο όλο της το κορμάκι έτρεμε και μάχουνταν να τα ξετυλίξει.
Μα δεν μπορούσε, μαχόμουν κι εγώ με την ανάσα μου να την βοηθήσω. Του κάκου, είχε ανάγκη από υπομονετικό ωρίμασμα και ξετύλιγμα
μέσα στον ήλιο και τώρα πια ήταν αργά. Η πνοή μου είχε ζορίσει την πεταλούδα να ξεπροβάλει πριν της ώρας, ζαρωμένη κι εφταμηνίτικη.
Βγήκε αμέστωτη,κουνήθηκε απελπισμένη και σε λίγο πέθανε στην παλάμη μου.
Το πουπουλένιο κουφάρι αυτό της πεταλούδας θαρρώ πως είναι το μεγαλύτερο βάρος που έχω στη συνείδησή μου.
Και να, σήμερα κατάλαβα βαθιά.. Είναι θανάσιμο αμάρτημα να βιάζεις τους αιώνιους νόμους, έχεις χρέος ν’ ακολουθείς τον αθάνατο ρυθμό
μ’ εμπιστοσύνη. Η μικρή ετούτη πεταλούδα, που σκότωσα γιατί παραβιάστηκα να την αναστήσω, ας ήταν να πετούσε πάντα μπροστά μου
και να μου δείχνει το δρόμο. Κι έτσι μια πεταλούδα που πρόωρα πέθανε να βοηθήσει μιαν αδερφή της, μιαν ανθρώπινη ψυχή,
να μη βιάζεται και να προφτάσει να ξετυλίξει με αργό ρυθμό τις φτερούγες!”
Απόσπασμα από το βιβλίο του Νίκου Καζαντζάκη “Ο Βίος και η Πολιτεία του Αλεξη Ζορμπά”

Ο ψυχοθεραπευτής, αν και δεν έχει θεσμοθετηθεί ακόμη στη χώρα μας ως προς τις προϋποθέσεις που οφείλει να πληροί, αποτελεί έναν ειδικό ψυχικής υγείας που έχει εκπαιδευθεί σε μια ψυχοθεραπευτική προσέγγιση, όπως για παράδειγμα η Γνωστική Συμπεριφορική Θεραπεία, η Συστημική Ψυχοθεραπεία, η Προσωποκεντρική, η Υπραξιακή, η Gestalt, η θεραπεία μέσω τέχνης, η Ψυχοδυναμική θεραπεία ή η προγενέστερή της Ψυχανάλυση.
Έτσι λοιπόν, καθίσταται σαφές πως η Ψυχανάλυση αφορά μία μόνο από τις πολλές ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις, η οποία κυρίως βασίζεται στις ιδέες του Freud και των διαδόχων του και όχι αυτή καθαυτή την ψυχοθεραπεία, όπως συχνά λανθασμένα αναφέρεται.
Ο ψυχολόγος έχει εκπαιδευτεί στα πλαίσια των επιστημονικών σπουδών του στην μελέτη της σκέψης και συμπεριφοράς του ανθρώπου τόσο σε ατομικό όσο και σε ομαδικό επίπεδο, με περαιτέρω ειδίκευση σε επί μέρους κλάδους όπως η Γνωστική Ψυχολογία, η Αναπτυξιακή, η Κοινωνική, η Βιοψυχολογία, η Ψυχολογία της Προσωπικότητας και των Ατομικών διαφορών, η Πειραματική και άλλες. Παρόλο που έχει πάρει κάποιες εισαγωγικές γνώσεις ως προς τις ψυχικές διαταραχές και τις αρχές των βασικών ψυχοθεραπευτικών προσεγγίσεων, οφείλει να προβεί και σε εξειδίκευση κάποιας προσέγγισης ή ενός συνθετικού μοντέλου αυτών, προκειμένου να είναι σε θέση να ασκήσει στην πράξη ψυχοθεραπεία κι όχι απλά συμβουλευτική.
Ο ψυχίατρος από την άλλη, είναι ένας ιατρός που έχει ειδικευθεί στην ψυχιατρική και έχει σημαντική κλινική εμπειρία. Πλέον και οι ψυχίατροι εκπαιδεύονται σε κάποια προσέγγιση, οπότε εκτός από χορήγηση φαρμακευτικής αγωγής, που μόνο εκείνοι δικαιούνται να συνταγογραφούν, μπορούν να ασκούν και ψυχοθεραπεία, όπως οι αντίστοιχα εκπαιδευμένοι ψυχολόγοι ή σύμβουλοι ψυχικής υγείας.
Η διαδικασία είναι απλή: Τηλεφώνημα για το κλείσιμο του πρώτου ραντεβού, όπου θα γίνει – ανάμεσα στα άλλα – λόγος για τα διαδικαστικά της συνεδρίας (τόπος δια ζώσης ή διαδικτυακά, διάρκεια, κόστος, τρόπος συνεργασίας, τήρηση του απορρήτου, συνέπειες ακύρωσης ραντεβού κλπ.), μια πρώτη αναφορά στις δυσκολίες που αντιμετωπίζω και τα αιτήματά μου από την θεραπεία, ενδεχόμενες απορίες προς αποσαφήνιση κι όλα όσα γενικότερα χρειάζονται μέχρι να προβούμε στην «σύναψη του θεραπευτικού συμβολαίου.
Η δέσμευση στην θεραπεία αποτελεί αναγκαία συνθήκη προκειμένου να επέλθει το επιθυμητό αποτέλεσμα από την θεραπεία. Ωστόσο, δεν έχει νόημα η συνέχισή της αν ο θεραπευόμενος δεν την επιθυμεί. Ασφαλώς και ανά πάσα στιγμή μπορώ να διακόψω τις συνεδρίες, ωστόσο καλό θα ήταν να γίνει πρώτα μια συζήτηση για ποιόν λόγο νιώθω αυτήν την ανάγκη, καθώς δεν αποκλείεται να συμβαίνει κάτι που -αν ειπωθεί – να μπορεί να διευθετηθεί (πχ. οικονομικές δυσκολίες, ταχύτερος ρυθμός από αυτόν που μπορώ να ακολουθήσω, φόβος αλλαγής, οφέλη παραμονής στην δυσλειτουργική κατάσταση που δεν έχουν επαρκώς διερευνηθεί, κάποιο εμπόδιο στην θεραπευτική σχέση κλπ).
Τώρα ενδεχομένως είμαι πιο έτοιμος να μπω στην θεραπευτική διαδικασία, πιο ζορισμένος από συμπτωματολογία ώστε να προσπαθήσω περισσότερο για την αλλαγή, πιο ώριμος μέσα από τα εμπειρικά βιώματα που μεσολάβησαν, πιο κινητοποιημένος ως προς την επίτευξη των στόχων μου, πιο πιεσμένος από την ηλικία ή βέβαια αυτήν την φορά να επιλέξω να συνεργαστώ με έναν πιο βοηθητικό θεραπευτή, με τον οποίο θα αναπτύξω καλύτερη σχέση.
Η αναζήτηση ενός κατάλληλου θεραπευτή μπορεί να κινηθεί σε δύο επίπεδα.
Το ένα αφορά στα τυπικά προσόντα που οφείλει να κατέχει (πτυχία, εξειδικεύσεις, επιστημονική παρουσία), αλλά και διερεύνηση της κύριας προσέγγισης που ακολουθεί, καθώς μπορεί, βάσει όσων για αυτήν γνωρίζω, να έχω την αίσθηση πως δε θα μου ταίριαζε.
Το άλλο, αφορά στην «χημεία» μεταξύ μας. Όπως κάθε σχέση, έτσι και η θεραπευτική βασίζεται στην αλληλεπίδραση δύο ανθρώπων και την δυνατότητα της μεταξύ τους συνεργασίας προς τον κοινό σκοπό.
Θα μπορούσαμε να πούμε λοιπόν, κάνοντας μια αναλογία, πως το πρώτο επίπεδο αφορά στο να διαβάσω τα υλικά και την εκτέλεση μιας συνταγής, ενώ το δεύτερο, να δοκιμάσω το ίδιο το παρασκεύασμα, για να δω αν πραγματικά μου αρέσει.
Αυτό είναι κάτι στο οποίο κανείς δεν μπορεί να απαντήσει με ακρίβεια, ακόμη κι αν εφαρμόζει ένα πρωτόκολλο κάποιας βραχείας ψυχοθεραπείας. Η χρονική διάρκεια έχει βεβαίως να κάνει με την θεραπευτική προσέγγιση που θα ακολουθηθεί, αλλά και με τις δυσκολίες που αντιμετωπίζω (αριθμός, ένταση, χρονιότητα, συννοσηρότητα διαταραχών, θέματα προσωπικότητας), με το αν το αίτημά μου αφορά σε ανακούφιση από δυσάρεστα συμπτώματα ή σε αναθεώρηση βαθύτερων πεποιθήσεων, αλλά και ανάλογα με το βαθμό κινητοποίησής μου, που αναλόγως συνδράμει ή προβάλλει αντίσταση στην αλλαγή.
Δεν μπορώ να είμαι απόλυτα σίγουρος, παρά μόνο να βασιστώ στα υψηλά στατιστικά αποτελέσματα της ευεργετικότητας της ψυχοθεραπείας. Κατανοητή η ανάγκη για εγγυήσεις, ιδίως όταν πρόκειται για μια σημαντική επένδυση του χρόνου, του κόπου, των χρημάτων, καθώς και των συνεπειών που θα φέρει στη ζωή μου η ενδεχόμενη θεραπευτική αλλαγή, ωστόσο τίποτα που αφορά στο μέλλον και σε αλληλεπίδραση ανθρώπων δεν είναι δυνατόν να προβλεφθεί. Είναι μια επένδυση για τον εαυτό μου με σημαντικό όφελος, το ύψος του οποίου ωστόσο, μόνο ο χρόνος θα δείξει.
Δεν είναι υποχρέωση. Είναι επιλογή. Είναι μια επένδυση για τον εαυτό μου, την ψυχική μου υγεία, τις σχέσεις μου με τους άλλους, την επιδίωξη των στόχων μου, την αναζήτηση της ευτυχίας ή έστω μιας λειτουργικότερης ισορροπίας. Αν έχω δοκιμάσει ό,τι άλλο θα μπορούσα να κάνω κι επιμένει να με ταλαιπωρεί η δυσκολία μου, είναι μια έξυπνη λύση να δοκιμάσω κάτι διαφορετικό, καθώς ξέρω πολύ καλά από την εμπειρία μία ακόμη επανάληψη πού θα οδηγήσει. Αυτό που χρειάζεται για ν’ αποφασίσω να πάω για ψυχοθεραπεία είναι η παραδοχή πως πραγματικά χρειάζομαι βοήθεια και η ανάγκη μου να τα καταφέρω μόνος, δεν είναι πλέον πιο σημαντική.
Οι φίλοι είναι πολύτιμοι στη ζωή μας σε πολλά επίπεδα. Αν είμαι αρκετά τυχερός (αλλά και άξιος, καθώς η φιλία προϋποθέτει διαρκή φροντίδα για την σχέση) να έχω φίλους που ενδιαφέρονται να με ακούσουν με ενσυναίσθηση και γνήσιο ενδιαφέρον, ναι μεν νιώθω λιγότερο μόνος στη ζωή κι αυτό είναι σπουδαίο, αλλά από κει και πέρα είναι πιθανό να συνεχίζω να μην έχω τρόπο να προσπελάσω τις δυσκολίες μου. Επίσης πολλές φορές οι άλλοι έχουν την τάση να με συμβουλεύουν με βάση την εμπειρία και το δικό τους αξιακό σύστημα κι αυτό να μην είναι για μένα βοηθητικό ή ακόμη χειρότερα να με επιβαρύνει κιόλας. Επίσης όσο κι αν με αγαπούν και θέλουν το καλύτερό μου, δεν είναι εκπαιδευμένοι να παρέχουν ψυχοθεραπεία, ακόμη κι αν έχουν κάνει οι ίδιοι κι έχουν μια προσωπική εμπειρία του τι συμβαίνει, καθώς η ψυχοθεραπεία δεν είναι πασπαρτού αλλά κατά περίπτωση διαμορφωμένη. Εξάλλου – όχι τυχαία – αντίστροφα ούτε ο ψυχοθεραπευτής μου μπορεί να γίνει φίλος μου. Το ιδανικό είναι λοιπόν να αναθέσω την ψυχοθεραπεία μου σε έναν ειδικό και τα των φίλων, στους φίλους.
Η αμοιβή του ψυχοθεραπευτή αποτελεί τόσο ένα αντίκρισμα για εκείνον, που έχει επενδύσει πολύ χρόνο και χρήμα για να εκπαιδευθεί, ώστε να μπορεί να με βοηθήσει, αλλά και ν’ ανταποκρίνεται στα έξοδα λειτουργίας του επαγγέλματός του (ασφαλιστική εισφορά, λογαριασμοί γραφείου, κόστος δια βίου μάθησης και βιβλίων κλπ.) όσο κι ένα μέσο για μένα να παίρνω σοβαρά την θεραπεία μου, με την έννοια της προτεραιότητας που της δίνω στα υπόλοιπα έξοδα της ζωής μου, τον χρόνο που θα χρειαστεί μέχρι την ολοκλήρωσή της, το πόσο προσπαθώ να αξιοποιήσω στο έπακρο την κάθε συνεδρία, να είμαι συνεργάσιμος αν πχ. μου ανατίθεται εργασία για το σπίτι κι άλλα πολλά.
Από κει και πέρα όμως η ψυχοθεραπεία δεν είναι μια πεζή συναλλαγή τύπου: δίνω – παίρνω. Είναι σχέση, και ως τέτοια εμπεριέχει τον ανθρώπινο παράγοντα, συναισθήματα και συνδέσεις. Αν ο θεραπευτής μου δε με νοιάζεται, δεν μπορεί να με βοηθήσει κι αυτό πρέπει να το δω. Αλλά όχι επειδή τον πληρώνω. Επειδή πραγματικά τον νιώθω αδιάφορο επί της ουσίας και μη για μένα βοηθητικό.
Πολύ συχνά το λέμε αυτό, ιδίως για κάποια δραστηριότητα που αγαπάμε πάρα πολύ και αδιαμφισβήτητα σε ένα ποσοστό επιτελεί σημαντικό ρόλο: με βοηθά να εκτονώσω ανάγκες και συναισθήματα, να αποσπάσω την προσοχή μου, να δώσω διέξοδο στην δημιουργικότητά μου, να πάρω ενίσχυση από ένα καλό αποτέλεσμα, να κοινωνικοποιηθώ ενδεχομένως μέσω αυτής, να συνδεθώ με άλλους που την ασκούν επίσης…
Όμως μπορεί πράγματι να μου φέρει λύση σε όσα με ταλαιπωρούν ή με βοηθά να ξεχνιέμαι; Είναι άλλο να κρύβω τα συναισθήματά μου κάτω από το χαλί κι άλλο να τα βγάζω στο φως και να μιλώ για αυτά σε κάποιον που μου εμπνέει ασφάλεια, αποδοχή, σέβεται το απόρρητο, δε σχετίζεται μαζί μου με κάποιον άλλον τρόπο, ώστε να ανησυχώ για τις συνέπειες στη σχέση μας αν αυτοαποκαλυφθώ, κάποιον που μπορεί να με βοηθήσει να κατανοήσω καλύτερα τι μου συμβαίνει και να μου προτείνει άλλες οπτικές γωνίες θέασης, συχνά πιο βοηθητικές. Και εκτός αυτού, το να μιλώ ελεύθερα για όσα νιώθω και χρειάζομαι σε έναν άλλον άνθρωπο, με βοηθά να τα θέτω μπροστά μου κι έτσι να είμαι σε θέση να τα «αντι – μετωπίσω». Προχωρώ σε δράση αντί για αποφυγή, η οποία διαιωνίζει κι ενίοτε γιγαντώνει τις δυσκολίες.
Πράγματι, η καθημερινότητα έχει πολλές οικονομικές απαιτήσεις και χρειάζεται καλή διαχείριση προκειμένου να τα βγάλω εις πέρας. Σε τι προτεραιότητα βάζω ωστόσο τον εαυτό μου ως προς την ανάγκη μου να νιώσω ψυχικά καλά, να αξιοποιήσω καλύτερα το δυναμικό και την ζωή μου; Είναι κάτι που επιτυγχάνεται με την ικανοποίηση των βιολογικών μου μόνο αναγκών, με την πιθανή μου δωροδοκία μέσω υλικών αγαθών (το ονομαζόμενο shopping therapy), με υπομονή και απλά το πέρας του χρόνου; Κι αν ναι, γιατί δε φαίνεται να έχουν όλα αυτά αποτέλεσμα μέχρι τώρα; Κι αν η ψυχοθεραπεία είναι η μόνη λύση που μέχρι τώρα δε δοκίμασα κι υπολογίζω σήμερα ως κέρδος, τα χρήματα που για αυτήν δεν ξόδεψα, πόσο μου έχει κοστίσει αυτό στους σημαντικούς τομείς της ζωής μου, πέραν της τσέπης μου; Και τι είναι και πάλι πιο σημαντικό; Ο τραπεζικός μου λογαριασμός , ένα ακριβό αυτοκίνητο, προϊόντα κάποιου διάσημου σχεδιαστή ή η ψυχική μου υγεία;
Τα καταφέρνω σε αρκετά θέματα μόνος μου, αλλά κανείς δεν είναι αυτάρκης στην κοινωνία μας ούτε σε πρακτικό ούτε σε συναισθηματικό επίπεδο, χωρίς αυτό να θίγει την αξιότητά του. Εξάλλου όλες οι δεξιότητές μου είναι πολύτιμες στην συνεργασία με τον ψυχοθεραπευτή για τα βήματα που έχουμε να κάνουμε προκειμένου να φτάσω στην επιθυμητή αλλαγή. Εγώ καταθέτω την πολύτιμη εμπειρία μου για τον εαυτό μου, τι φάνηκε μέχρι τώρα να δουλεύει και τι όχι, κι εκείνος καταθέτει τις επιστημονικές του γνώσεις και εμπειρία προκειμένου να μου προτείνει άγνωστες σε μένα διαδρομές. Κι όσο για το τι θα έπρεπε και τι δεν πρέπει, εφόσον κάνω το καλύτερό που μπορώ, είναι ένδειξη σοφίας να δοκιμάζω νέες πρακτικές παρά να εμμένω σε ατέρμονους φαύλους κύκλους, ελπίζοντας αφελώς σε διαφορετικό κάθε επόμενη φορά αποτέλεσμα.
Αυτός είναι ένας φόβος (ιδίως για όσους ζουν σε μικρές κοινωνίες, οπότε και συχνά προτιμούν θεραπευτή άλλης περιοχής) που ως τέτοιος δε βασίζεται σε λογικά επιχειρήματα, αλλά μπερδεύει την ψυχοθεραπεία με μια σχέση φιλική. Η τήρηση του απορρήτου για τον ειδικό ψυχικής υγείας δεν κινείται στα πλαίσια διακριτικής ευχέρειας της εμπιστοσύνης όπως σε μια άλλη διαπροσωπική σχέση, αλλά αποτελεί κανόνα της δεοντολογίας που διέπει την επιστήμη που υπηρετεί. Αυτό είναι κάτι που τονίζεται στην εναρκτήρια συνεδρία, μαζί με τις μοναδικές περιπτώσεις άρσης που απορρήτου, που αφορά σε διακύβευση της ζωής και σωματικής ακεραιότητας είτε του ίδιου του θεραπευόμενου (σε περίπτωση αυτοκτονικού ιδεασμού ή κακοποίησής του) είτε κάποιου άλλου προσώπου, που ο θεραπευόμενος αποκαλύπτει πως βλάπτεται ή δηλώνει πως πρόκειται να βλάψει.
Η ψυχοθεραπεία είναι μια πράξη θάρρους. Εισερχόμενος στο κατώφλι της, αποδέχομαι το ότι προτίθεμαι να ξεβολευτώ, να τολμήσω υπερβάσεις, να μετρηθώ με τους μεγαλύτερούς μου φόβους, να διακόψω συμπεριφορές που προσωρινά ανακουφίζουν, να ζοριστώ να αυτοαποκαλυφθώ σε έναν μέχρι πρότινος άγνωστο. Αν φαντάζει όμως παράξενο να πιάσω έναν άγνωστο στο δρόμο και να τον βομβαρδίσω με τα προβλήματά μου, τόσο φυσιολογικό είναι για έναν θεραπευτή να καθίσει απέναντί του ένας άγνωστος σε αυτόν άνθρωπος, στον οποίο ο ίδιος θα ρωτήσει «Τι σε φέρνει σήμερα εδώ; Πώς μπορώ να σου φανώ χρήσιμος;». Όσο οι συνεδρίες προχωρούν κι εγκαθιδρύεται η θεραπευτική σχέση τόσο ευκολότερο θα είναι να ανοιχτώ, έχοντας νιώσει πρωτίστως ασφάλεια κι αποδοχή άνευ όρων. Κι αν κάτι αργότερα παραμένει ανείπωτο, ίσως να έχει να κάνει με το πόσο με δυσκολεύει ο ίδιος να το δω κι όχι επειδή νιώθω άβολα απέναντι στον θεραπευτή μου. Το να προβληματίζομαι εκ των προτέρων πόσο άνετα θα νιώσω, ιδίως αν θα είναι η πρώτη μου θεραπευτική εμπειρία, είναι κάτι φυσιολογικό, που μόνο όταν αποφασίσω να το δω στην πράξη, θα έχω την απάντηση.
Θα σκεφτεί πως είμαι άνθρωπος όπως κι εκείνος, όπως εκατοντάδες άνθρωποι που γνωρίζει στην προσωπική του ζωή ή στην επαγγελματική του πορεία, οι οποίοι δυσκολεύονται με ανάλογα με μένα ζητήματα, που συνοδεύονται επίσης από συναισθήματα ντροπής ή κι ενοχής.
Μπορεί για μένα τα βουνά του μικρόκοσμού μου να φαντάζουν ανυπέρβλητα, εκείνος ωστόσο μέσα από την εκπαιδευτική και κλινική του εμπειρία έχει αντικρύσει ή διασχίσει πολλά άλλα βουνά, ενδεχομένως ψηλότερα, με πιο δύσβατη μορφολογία εδάφους κι έχει από την άλλη, δουλέψει αρκετά με τον εαυτό του, ώστε να μην υποκύψει σε αιφνιδιασμό ή παρασυρθεί σε κάποια δυσάρεστη αντίδραση στο άκουσμα κάποιας επιβαρυμένης εμπειρίας.
Για τα οδυνηρά εξάλλου τον χρειάζομαι περισσότερο. Αυτά είναι όφελός μου να αντιμετωπίσω, και για τα οποία είμαι διατεθειμένος να αφιερώσω τον χρόνο μου, να στερηθώ άλλα αγαθά ώστε να πληρώσω τις συνεδρίες, να ζορίσω τον εαυτό μου σε αλλαγές. Ίσως χρειάζομαι τον χρόνο μου μέχρι να φτάσω στα επώδυνα, είναι σημαντικό ωστόσο να θυμάμαι πως είναι προς το συμφέρον μου να είμαι ειλικρινής στην θεραπευτική διαδικασία και να καταθέσω όλη μου την αλήθεια, όπως την έχω βιώσει και νοώ.
Είναι σημαντικό εξ αρχής να καθορίσω τι σημαίνει για μένα αλλαγή. Αυτό βοηθά τόσο την στοχοθεσία σε ρεαλιστική βάση και την αντίληψη προόδου μου όσο και τις ευρύτερες προσδοκίες μου από τον εαυτό μου. Για κάποια πράγματα γίνεται να αλλάξω εντελώς, για κάποια άλλα γίνεται εν μέρει να βελτιωθώ, για κάποια άλλα, να βρω τρόπους να διαχειριστώ καλύτερα όσα δεν μπορώ να αλλάξω. Είναι αδύνατον για παράδειγμα να τετραγωνίσω τον κύκλο, αλλά μπορώ να στρογγυλέψω τις γωνίες. Όποια πρόοδο σημειώσω θα είναι αποτέλεσμα του βαθμού κινητοποίησής μου για αλλαγή. Επίσης δεν πρέπει να ξεχνώ πως για να αλλάξω, πρέπει να καταβάλλω μεγάλη προσπάθεια και να το κάνω ο ίδιος για τον εαυτό μου. Δεν μπορώ να κάνω κάποιον άλλον να αλλάξει, επειδή εγώ το επιθυμώ. Στη δική μου σφαίρα επιρροής εναπόκειται η δική μου δράση, καθώς και η αντίδρασή μου στη δράση του άλλου. Όχι η δική του δράση. Αυτή του ανήκει, όπως αντίστοιχα κι η δική μου σε μένα, στα πλαίσια της ελευθερίας για αυτοδιάθεση.
Εδώ είναι το θέμα! Πολλές φορές οι άνθρωποι προτιμούμε το άβολο του γνώριμου και οικείου από το βοηθητικότερο του αγνώστου. Επίσης ό,τι κάνω που σήμερα φέρνει δυσλειτουργία, κάποτε φαινόταν βοηθητικό, για αυτό και ενισχύθηκα από την εμπειρία να το υιοθετήσω. Με την πάροδο του χρόνου ωστόσο, το άθροισμα των δυσκολιών, την κόπωση, την αλλαγή των συνθηκών, αλλά και την κατακτηθείσα εντωμεταξύ ωριμότητα, γέρνει αλλιώς πλέον η ζυγαριά. Σε αυτές τις περιπτώσεις,εκείνο που με κρατά εγκλωβισμένο στα παλιά, είναι το συχνά καλά κρυμμένο δευτερογενές όφελος. Αυτό που έμαθα να κερδίζω, ακόμη και μέσα από ομολογουμένως αρνητικές πρακτικές, καθώς αυτό από το οποίο πίστεψα πως με προστατεύει, φαντάζει ακόμη πιο τρομακτικό από το τίμημα που έχω συνηθίσει να πληρώνω. Θέλει ενδοσκόπηση λοιπόν και ψυχοθεραπευτική δουλειά, προκειμένου να αποκαλυφθούν ενδεχόμενα κρυμμένα οφέλη, να υπερνικηθούν φόβοι, να βρεθούν νέες βοηθητικότερες πρακτικές, να σπάσει ο φαύλος κύκλος της δυσλειτουργίας, να τολμήσω τις πολυπόθητες αλλαγές, ώστε εν τέλει να διεκδικήσω καλύτερη ποιότητα ζωής.
Πράγματι, ο καθένας έχει τις δικές του δυσκολίες να διαχειριστεί, προκλήσεις να υπερπηδήσει, στόχους να κατακτήσει. Δεν είμαι μόνος/η στις δοκιμασίες της ζωής ούτε ο/η μόνος/η! Και το θέμα δεν είναι ούτε αντικειμενικό ούτε ποσοτικό. Μπορεί κάποιος που καλείται να διαχειριστεί μια “αντικειμενικά” σοβαρότερη δυσκολία να φαίνεται να τα καταφέρνει καλύτερα από μένα που θεωρούμαι πιο απλή περίπτωση. Δεν πάει όμως έτσι. Δεν είναι διαγωνισμός η ζωή, όπου παραθέτει ο καθένας τα παράπονα και τα προβλήματα του και συγκρίνουμε ποιου είναι τα σοβαρότερα. Η ψυχική ανθεκτικότητα του καθενός, οι δεξιότητες διαχείρισης των δυσκολιών, η ευελιξία στα νέα δεδομένα, η αίσθηση αυτοαποτελεσματικότητας, είναι κάποιες από τις παραμέτρους που κάνουν την διαφορά, πέρα από αυτή καθαυτή τη δυσκολία που ορθώνει εμπόδια. Εξάλλου, βασική οπτική για μια ψυχοθεραπευτική προσέγγιση, την Γνωστική Συμπεριφορική Θεραπεία, είναι πως δεν είναι τόσο οι καταστάσεις που αποτελούν για μας προβλήματα όσο το πώς ο καθένας μας τις νοηματοδοτεί. Οπότε ναι μεν αυτά που καλούμαι να διαχειριστώ δεν είναι εκ πρώτης άποψης μοναδικά, ωστόσο γίνονται για μένε τέτοια μέσα από την δική μου μοναδικότητα. Εξ’ ου και η ψυχοθεραπεία απαιτεί εξατομικευμένο θεραπευτικό σχεδιασμό.
Τέλος, ως προς το θέμα της υπομονής, αν αυτή ήταν αρκετή για να περάσει η ταλαιπωρία, γιατί δεν «έπιασε» μέχρι τώρα; Σαν πόσα χρόνια είναι ο εύλογος χρόνος της υπομονής προκειμένου να ανθίσει λεμονιές στη γειτονιά; Και για τι είδους υπομονή μιλάμε; Αυτήν που περνά ο χρόνος κι εμείς απλά ατενίζουμε το βαρέλι του ουισκιού να ωριμάσει; Αυτήν που περιμένουμε τον από μηχανής θεό; Αυτήν που θα κάνει το όνειρο να ξεθωριάσει μέχρι να μη μας νοιάζει πια;
Τώρα όμως είναι που το χρειάζομαι περισσότερο. Προτεραιότητα πάντα στα σημαντικότερα. Δεν το αξίζει ο εαυτός μου;
ΤΙ ΑΛΛΟ ΕΧΩ ΚΑΝΕΙ ΜΕΧΡΙ ΤΩΡΑ ΓΙΑ ΝΑ ΒΟΗΘΗΘΩ;






ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΟΥ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΩ
Παύω να σκέφτομαι ό,τι με δυσκολεύει
Αναβάλω για αργότερα να ασχοληθώ
Προσπαθώ να το υποτιμήσω
Κάνω θετικές σκέψεις για να περάσει
Μοιράζομαι το βάρος του με κάποιον που εμπιστεύομαι
Κλείνομαι στον εαυτό μου μέχρι να περάσει
Κάνω κάτι άλλο για να ξεχαστώ
Αποφεύγω άτομα και καταστάσεις που σχετίζονται με αυτό
Πέφτω με τα μούτρα στη δουλειά
Παραδίνομαι σε αυτό που συμβαίνει στωικά
Κάνω υπομονή μεχρι να γίνουν τα πράγματα καλύτερα
Όλες αυτές οι στρατηγικές φαίνεται να έχουν προφανώς αποβεί βοηθητικές στο παρελθόν σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό για να τις χρησιμοποιώ. Μήπως όμως τελευταία παρατηρώ το κόστος να είναι μεγαλύτερο από το κέρδος;
Μήπως επαναλαμβάνω ατέρμονα παρόμοιους φαύλους κύκλους;
Τελικά, αυτό που με ταλαιπωρεί πραγματικά αλλάζει, το αφήνω πίσω μου να ελευθερωθώ ή το βρίσκω κάθε τρις και λίγο μπροστά μου και μάλιστα μεγενθυμένο, με εμένα όλο και πιο απογοητευμένο και κουρασμένο να το διαχειριστώ;
Μήπως ήρθε η ώρα να δοκιμάσω κάτι διαφορετικό;
Κι αν δεν έχω ιδέα τι ή πώς αλλιώς να λειτουργήσω, μήπως ήρθε η ώρα να ζητήσω βοήθεια;
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ
Αν και το ψυχοθεραπευτικό ταξίδι αποτελεί εμπειρικό βίωμα που δύσκολα μεταφέρεται, πλείστες έρευνες σε ανθρώπους που έχουν αναζητήσει ψυχοθεραπεία, καταλήγουν σε εντυπωσιακά συμπεράσματα της αποτελεσματικότητάς της, με διατήρηση μάλιστα της ωφέλειας για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από την θεραπεία μέσω λήψης φαρμακευτικής αγωγής

Tι μας κρατάει από το να δοκιμάσουμε την ψυχοθεραπεία;
